Βροχή σαν από σίδερα ρουφούσε την αρμύρα
και τ΄ άλμπουρα ριγούσανε στης νύχτας τον σκοπό,
ύπνο δεν είχα, σάλευα στο τώρα και στη μοίρα,
τα λόγια μου ξεδιάλεγα μια μέρα να σου πω:
Πως είσαι η αγάπη μου, πως είσαι ο γιαλός μου
τα χείλη σου έλα δως μου, εδώ στην κουπαστή.
Την άγκυρά μου μάζεψα, για σένα ταξιδεύω
τη θάλασσα παλεύω, μη με καταραστεί.
Στης γέφυρας την καταχνιά, στων αμπαριών τα χνώτα
ταξίδια μεσ΄ στα κύματα που αφρίζουν στην καρδιά
γυρεύοντας μηνύματα, ζητώντας μία ρότα
παρακαλάω δυνατά τ΄ αστέρι του βοριά:
Πήγαινε στην αγάπη μου, πήγαιν΄ εκεί στο φως μου
στην άκρη αυτή του κόσμου, στον ήλιο του γιαλού.
Να της χαϊδέψεις τα μαλλιά και να της πεις δυο λέξεις,
ποτέ μην επιστρέψεις αν έχει πάει αλλού.
Πάνε πια χρόνια που κοιτώ τ΄ αστέρια κάθε βράδυ
αλλά δεν ξαναφάνηκε τ΄ αστέρι του βοριά,
μονάχα για παρέα μου ζυγώνει στο σκοτάδι
κάποια γοργόνα που μιλά μ΄ ανθρώπινη λαλιά:
Μην περιμένεις άδικα, μην στέκεις αγριεμένος
η αγάπη σου εκίνησε για κόσμο μακρινό.
Τα λόγια σου όμως πρόφτασαν να παν΄ προηγουμένως
και το ταξίδι ήταν γλυκό ΄κείνο το δειλινό.
Πρέπει να είστε μέλος του amilla.gr για να προσθέσετε σχόλια!
Γίνετε μέλος του amilla.gr